- μετέμμεναι
- μετείω, μετέμμεναι: see μέτειμ Od. 9.1.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
μετέμμεναι — μέτειμι 1 sum pres inf act (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)